Σήμερα είπα να πάω μια βολτίτσα και ένας απο τους σταθμούς ήταν το δε μολλ άθενς. Πρώτο λάθος, Κυριακή που ήταν ανοιχτά τα μαγαζιά! αντίο ζωή. Το μέρος ήταν τόσο πάκντ που μου θύμισε τα τραπέζια των 5/10 ευρώ στο λουτράκι, πρωτοχρονιά.
Η παρέα ήθελε να κάτι κάτι ψώνια και να φάει κάτι, οπότε στην ερώτηση τις θέλω να φάω ώστε να αποφασίσουμε μέρος, απάντησα αυτό που ήθελα. Ένα μιλκσέηκ σοκολάτα φράουλα. Τι πιο απλό που δίνει χαρά τον πότη του. Η παρέα αποφάσισε το μπι τουίνς για να φάνε ένα βέργερ που ένεκα της νηστείας, πρέπει να στοκάρουν πρωτείνα και ακολούθησα καθήμενος στον μαλακό και χαμηλό για την ηλικία μου καναπέ. Δεύτερο λάθος γιατί χρειαζόμουν βίντσι για να σηκωθώ, ο πάππουκας.
Κοιτάζω τους καταλόγους με τα υγρά καύσιμα και βλέπω τα μιλκσέηκ, τα οποία ήταν μια γεύση, αλλά σκέφτηκα ότι λογικά θα κάνουν και μίξη. Πρώτο αλέρτ για καυγά, γιατί κάποια μαγαζιά δεν το κάνουν, γιατί λογικά θα πέσει έξω ο υπολογισμός στις μερίδες και θα έχουμε άλλα. Οπερέησονς απτα γκράβαρα.
Αφού ζητήσαμε να παραγγείλουμε και ο ένας το είπε στην γάτα του, η γάτα στην ουρά της και η ουρά στον σερβιτόρο, τελικά ήρθε ένας άλλος με το μπλιμπλίκι ανα χείρας να πάρει παραγγελία. Μια κοπέλα απο την παρέα ζήτησε ένα συγκεκριμένο βέργερ άνευ μπέηκο και ντομάτα, όταν έλαβε την απάντηση “θέλεις να μου πεις καλύτερα τι να έχει;”. Φέηλ, με παράλληλο μητιγκέησο στον πελάτη της αχρηστοσύνης.
Αφού το κάνουμε γαργάρα και δίνουμε παραγγελία, φτάνει η σειρά μου. Ξεκινάω και λέω ότι θα ήθελα ένα μιλκσέηκ σοκολ… και ήδη έχει αρχίσει να σηκώνει το κεφάλι για ένα μεγαλοπρεπές ΌΧΙ, σαν αυτό του 40. Το έζησε το παλικάρι, φαινόταν, ήρθε απο μέσα απο την ψυχή του και ακόμα δεν είπα για την φράουλα κιόλας. Μου λέει “μήπως θέλεις καλύτερα μια κρύα σοκολάτα;” Λέω γιατί, τελείωσε το παγωτό ασούμε;
“όχι, απλά επειδή θέλει μίξερ και έχει ήδη λίστα με καμια 30αριά μιλκσέηκ και σμούθι, θα αργήσει πολύ” μου είπε το παλουκάρ. Λέω, εντάξει τότε, δεν θα πάρω κάτι. Και μου απαντάει “εγώ για εσάς το είπα για να μην περιμένετε”. ήταν ξεκάθαρο ότι ήταν πσυχούλα και το έκανε για εμένα.. “Όχι, δεν θα πάρω κάτι, ας μην το κάνουμε θέμα” είπα και συνέχισα να ρεμβάζω.
ΡΕ! πάτε καλά ρε; δεν είστε ικανοί να τρέξετε ένα μαγαζί, δεν μπορείτε να μιλήσετε σε έναν πελάτη και θέλετε ο πελάτης να πάρει αυτό το λίγο που μπορείτε να κάνετε, αντι να πάρει αυτό που θέλει; ΠΑΤΕ ΚΑΛΑ ΡΕ; Δηλαδή εγώ βγήκα να κάνω το γούστο μου και ο σερβιτόρος ήθελε να μου πασάρει ότι ήταν ικανός να προσφέρει. Σαν να πάω δηλαδή να ζητήσω φουλ έξτρα μεζονέτα με πισίνα και επειδή ο εργολάβος φτιάχνει άλλες δυο, μου προσφέρει μια αποθήκη με γούρνα για να πλατσουρίζω.
Τι να σας πω παιδιά, καλύτερα κλείστε το.
Στον πελάτη αν γίνεται τέτοιος χαμός, του λέμε “ξέρετε, η κουζίνα είναι κάπως φορτώ και θα αργήσει αυτό που θέλετε, είστε εντάξει με αυτό ή θέλετε μήπως να διαλέξετε κάτι άλλο”. Ίσως έτσι κάπως σωθεί η παρτίδα. Αλλά με ατάκες τύπου “επειδή δεν έχω χωρίς ντομάτα, να σου βάλω χωρίς τζατζίκι”, μπίζνα δεν κάνετε! Άσταδιαλα ασουμε.
Τελικά πήγα σε άλλο μαγαζί και απόλαυσα το μιλκσέηκ που ήθελα. Κακομοιραίοι.