και όχι του παππού μου τα βόδια που έλεγε η μάνα μου όταν ήταν νευριασμένη και της απαντούσα σκωπτικά ΝΑΙ. Του Παππού μου η γάτα είναι η μετάφραση της ιστοσελίδας που έφταξε η Αγγέλα, η οποία χρειάστηκε να υιοθετήσει την γάτα του παππού της ο οποίος πέθανε και μέχρι τότε ήταν αυτός που φρόντιζε την γάτα απο την στιγμή που πέθανε η γυναίκα του.
Όταν η Αγγέλα μοιράστηκε την ιστορία, είδε ότι αρκετός κόσμος, κυρίως μεγάλες ηλικίες, είχαν τον προβληματισμό που θα άφηναν τα κατοικίδια τους όταν θα αποφάσιζαν να πάνε σε έναν οίκο ευγηρίας (αλήθεια είναι αυτό, στο εξωτερικό υπάρχουν άνθρωποι που αποφασίζουν να πάνε απο μόνοι τους γιατί ξέρουν ότι θα έχουν μια καλύτερη ζωή στα γεράματα απο το να μένουν μαγκούφηδες σπίτι.) ή όταν θα πέθαιναν. Άλλωστε όταν είσαι σε αυτή την ηλικία, εκτιμάς καλύτερα τα τελευταία χρόνια και ξέρεις πόσο σημαντικό είναι και για τα κατοικίδια σου που πέρασαν τόσα χρόνια μαζί σου και είναι και αυτά σε μεγάλη ηλικία, να έχουν ένα σπιτικό που θα τα καλωσορίσει, μαζί με τα δικά τους σημάδια απο τα γεράματα.
Έτσι πήρε την απόφαση να φτιάξει μια πλατφόρμα ώστε να μπορούν οι υπερήλικες να βρίσκουν ένα σπίτι για τα μέχρι πρότινος κατοικίδια σου. Και η ιδέα όχι μόνο πέτυχε, αλλά είχε και άλλο ένα εξίσου σημαντικό βήμα. Πολλοί άνθρωποι με ανίατες ασθένειες, σε τελικό στάδιο, έστειλαν μηνύματα στην Αγγέλα για να βρουν ένα σπίτι και στα δικά τους κατοικίδια.
Έτσι και έγινε και η ιστοσελίδα αναγνωρίστηκε σαν φιλανθρωπικός οργανισμός. Και είναι πραγματικά.
Εμείς στο σπίτι ήμασταν συνηθισμένοι στις γάτες. Κάπου εκεί που η μάνα μου ένιωσε μοναξιά (;) ένα απόγευμα που πήγε να αγοράσει φαγητό για τα τέρατα, είχαν τον Πάρη (μετέπειτα βαφτησθέντα) σε ένα κλουβί για να τον δωρίσουν. Η Σοφία τον λυπήθηκε που ήταν ωραία μουσούδα και γλυκούλης και σκέφτηκε “γιατί να μην τον πάρω; ένα ζωντανό ακόμα τι διαφορά θα κάνει” και το έκανε.
Και περάσαμε όλοι χάρμα σε ένα σπίτι με έναν ημίαιμο κοινωνικο πιτμπουλάκο που ήταν μόλις τριών μηνών και τρείς γάτες.. Υπέροχα. Αλλά η μάνα μου με τον καιρό και την άνοια σιγά σιγά δεν μπορούσε να τον κάνει καλά τον σκύλο και αν θυμόταν πως τον έχει. Τις γάτες βέβαια δεν τις ξεχνούσε ποτέ (νταλγκάς και αυτός για τα παιδάκια της, όπως τις έλεγε). Ο σκύλος λοιπόν κατέληξε να πρέπει να αποφασίσω και εγώ γιαυτόν, γιατί δεν είχα ήδη πολλά στο κεφάλι μου. Ο πάρης όμως δεν ήταν του πεταμού. Ήταν σκύλος με προσωπικότητα και πολύ καλός για να πάει σε οποιοδήποτε σπίτι που θα τον άφηναν το πρώτο καλοκαίρι. Μέσα στις ατυχίες μου ήμουν τυχερός γιατί στην ευρύτερη οικογένεια είχα μια θεία σκυλομάνα απο τότε που την θυμόμουν. Τον Πάρη τον είχε γνωρίσει και ήξερε τι καλό σκυλί είναι και ευτυχώς τον πήρε εκείνη.
Μπορώ να καταλάβω όμως την ανάγκη αυτών των ανθρώπων να αποκαταστήσουν τα κατοικίδια τους όταν πια δεν μπορούν να τα περιποιηθούν όπως παλιά. Αυτά όμως γίνονται σε χώρες που είναι πολλά χρόνια μπροστά στο θέμα των κατοικιδίων και όχι στην Ελλάδα. Ευτυχώς υπάρχουν πολλοί φιλοζωικοί οργανισμοί που κάνουν ότι καλύτερο μπορούν δεδομένων των συνθηκών, αλλά όσο δεν αλλάζει το σκεπτικό των Ελλήνων απέναντι στα ζώα, ότι και να κάνουν αυτοί οι οργανισμοί, θα είναι μια σταγόνα στον ωκεανό.
Υιοθετήστε, μην αγοράζετε! Πάρτε ένα ζωντανό και ας είναι και μεγάλο σε ηλικία. Ίσα ίσα που δεν θα σας μαδήσει και το σπίτι με την λιγοστή του ενέργεια και θα σας κάνει συντροφιά.
υ.γ στην φώτο η μπάμια. Δέκα ετών πια.