Είχα πάλι την ευκαιρία να μασουλήσω μερικά χιλιόμετρα πρόσφατα με αφορμή μια εκπαίδευση προς ανατολάς. Όλα τα καταλύματα κλειστά αλλά γιαυτό υπάρχουν οι καλοί φίλοι με το μόττο “μι κάζα ε σου κάζα” πρόθυμοι να σου δείξουν την πόλη τους μπας και αλλάξεις την κακή γνώμη που είχες σχηματίσει περνώντας παλιά με το τρένο. Λειψία, λοιπόν και δεν έχω να πω, νόστιμο κάπως το κέντρο (σαν την μέρα που θα φας στα μακ γιατί ξέρεις ότι δεν έχουν καμία σχέση με φαί αλλά μια φορά στο τόσο θέλεις να γευτείς ένα pvc για την αλητεία). Η αλήθεια είναι ότι συμπαθητικό το μόλ, η περατζάδα στην Γκριμάισε στρασε (λέγε με Ερμού), αλλά μόλις μπήκα λίγο στα στενά και έστριψα στο Νικολάιχοφ έφαγα μια απότομη χαστούκα κατάθλιψης βάιμπ/ένερτζι, που σφράγισαν τα τσάκρα και παραλίγο να κλάψω ακόμα και για τις σταγόνες που έμειναν στο μπουκάλι του μίλκο πριν το πετάξω με δισταγμό στην 3η γυμνασίου. Α πα πα! Εν ολίγης όπως καταλάβατε, η γνώμη μου για την ανατολική γερμανία δεν άλλαξε και πολύ μετά απο αυτή την επίσκεψη. Μακριά απο εμάς!
Μια απο τις πρώτες κουβέντες του γνωστού ήταν, “ας βγάλω ένα 4πλο εισιτήριο γιατί μέσα στο τραμ δεν μπορείς να βγάλεις αν δεν έχεις την κάρτα για τα τοπικά μέσα”. Μαγικό, αυτή η πόλη δεν αφήνει καμία ευκαιρία να δείξει πόσο παλιά σε νοοτροπία είναι. Αλλά εμένα τέτοιες πρακτικές μου χαστουκίζουν την λογική, όπως και έγινε και τους το κράτησα μανιάτικο βέβαια, γιατί υπάρχουν και στάσεις που δεν έχουν καν μηχάνημα να βγάλεις εισιτήριο πριν μπεις και γενικά σε βάζουν σε μια ψυχοφθόρα διαδικασία, γιατί ρε μάστορη βλέπω ένα λεωφορείο να έρχεται και προλαβαίνω στο τσάκ, γιατί να μην μπορώ να μπω και να βγάλω εισιτήριο διάολε και πρέπει να μου το κάνεις τόσο δύσκολο σαν χρήστη;
Και έτσι κάπως συνεχίσαμε την βόλτα και την πορεία προς το σπίτι με τις σκέψεις να βασανίζουν το είναι μου σαν σωστός οβερθίνκερ. Και πέρασε η μέρα και χρειάστηκε εγώ ένα απο τα επόμενα πρωινά να μπω στο τραμ να πάω προς τον κεντρικό σταθμό και μηχάνημα πουθενά. Βρε καλέ μου, βρε χρυσέ μου, τίποτα. Και πέρναγε η ώρα και με περπάτημα ήταν 30 λεπτά μακριά και το τρένο θα έφευγε και λέω θα μπω και αν με πιάσουν θα τους πω να μου λύσουν εκείνοι το πρόβλημα την έκδοσης του εισιτηρίου με βάση τις επιλογές που προσφέρουν προς το κοινό, όχι τίποτα άλλο για να καταλάβω πως το έχουν σκεφτεί. Αλλά ελεγκτής δεν μπήκε, στον προορισμό μου έφτασα και η προφητεία δεν εκπληρώθηκε! Και γενικά καλύτερα βάλε με να σπάω πέτρες στο σεβοστλαγκ παρά να μην εκπληρωθεί το σενάριο που έφτιαξε το υποσυνείδητο.
Κάπως έτσι η μέρα προχώρησε, πήρα το ιντερσίτι μου, και συνέχισα το ταξίδι προς την Δρέσδη. Άλλη μεγάλη αγάπη στην ανατολική γερμανία (νοτ). Αν θέλετε παιδιά να δείτε αυτή την ωραία, επίσης καταθλιπτική πόλη, μπείτε στο γκούγκλ μαπς, αγοράστε μια καρτ ποστάλ αλλά όχι! Γενικά δείτε ένα χάρτη και όπου λέει πρώην ανατολική γερμανία, μην πάτε. Και απο βερολίνο νταξ, ευτυχώς έχει παρτάρες σε κολλεκτίβες στα ανατολικά και διορθώνεται κάπως το πράγμα. Αλλά όχι! Ηστ ντόιτσλαντ καπουτ.
Όταν λοιπόν τελείωσε η εκπαίδευση, προφανώς όταν έκλεινα εισιτήρια τρένων ήμανε αρκούντως λάρτνζ ώστε να τα κλείσω για αρκετά αργά ώστε να απορροφήσω κάποια πιθανή αργοπορία. Έτσι λοιπόν λέω είναι 5μιση, έχω κλείσει για 8μιση, ας φύγω στις 6μιση αφού δεν υπάρχει λόγος. Ο γερμανικοί σιδηρόδρομοι έχουν μια τιμολογιακή πολιτική όπως οι αεροπορικές. Έχουμε ένα φλεξ εισιτήριο που φεύγεις με όποιο τρένο θες, όποτε θες για συγκεκριμένη διαδρομή και κοστίζει όσο να πας με αεροπλάνο ή ένα νεφρό. Έχει ένα σέμι φλεξ που έχει κάποιες ευκολίες αδιάφορες γιατί ή θα πάρεις το φουλ έξτρα ή πάρε το ζαμπόν τυρί για να κρατήσεις κανα φράγκο και για εσένα. Τέλος έχει το ζαμπονότυρο που είπα (και έκλεισα) και πρέπει να φύγεις την ώρα που έκλεισες και μόνο αλλιώς το εισιτήριο είναι άκυρο. Σκέφτηκα λοιπόν “καλύτερα νωρίτερα παρά μια ώρα αρχύτερα” που έλεγαν και τα ημίζ. Πήρα το ρίσκο απο το να περάσω κάποιες ώρες παραπάνω στο ναό της κατάθλιψης, να μπω στα νωρίτερα τρένα για να γυρίσω στην λειψία και αν δεν δεχθούν το εισιτήριο μου, να αγοράσω καινούργιο. Έτσι και έγινε.
Μπήκα στην πρώτη διαδρομή στο τρένο μιας ντόπιας ιδιωτικής εταιρείας, έδειξα το εισιτήριο μου και με θάρρος ενημέρωσα την κυριούλα ότι έχω εισιτήριο για αργότερα και αν είναι θέμα, να αγοράσω άλλο. Το τσέκαρε, μου είπε ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα, είναι εντός της ώρας που μπορώ να το χρησιμοποιήσω, οπότε όλα καλά. Χαλάρωση, μουσικούλα, ύπνος βαθύς και φτάνει η ώρα να αλλάξω τρένο και να πάρω αυτό των γερμανικών σιδηροδρόμων. Μπήκα, έκατσα σε ένα άδειο σχεδόν (5 να ήμασταν) βαγόνι για 100+ άτομα (για εμάς δουλεύει ο ιός). Και ήρθε η κυριούλα για έλεγχο και ξεκινάει η ιστορία.
Της δείχνω το εισιτήριο μου και παράλληλα της λέω ότι είναι για επόμενο τρένο. Ίσως να ήταν καλύτερα να της πω ότι πάχυνε τελικά. ΝΑΗΝ μου λέει η γλυκούλα, το εισιτήριο σας είναι σούπερ τσιφούτικο και είτε πρέπει να κατεβείτε στην επόμενη στάση (γέλια κοινού) ή να αγοράσετε άλλο. Απάντησα λοιπόν και εγώ ότι αφού είναι τόσο θέμα σε ένα άδειο βαγόνι, τότε να αγοράσω το σωστό εισιτήριο. Κάπου εκεί παλεύει μέσα μου ο σεβασμός προς τους κανόνες που συμφώνησα με την αφορά και το συναίσθημα ότι σε άδειο τρένο είναι ειρωνεία να συμβαίνει αυτό. Αλλά η κυριούλα ήταν ευγενική απο όσο άκουγα τι έλεγε όταν δεν με κυρίευαν τα νεύρα μου και δεν υπήρχε λόγος να τσακωθώ ή να την προσβάλλω. Επίσης έκανε τις ανάλογες εκπτώσεις όπου μπορούσε ώστε να μην πληρώσω τον κούκο αηδόνι. Εκεί που πάω να πληρώσω μου λέει μόνο πιστωτική ή μετρητά. Άλλος ένας παλιός αρτηριοσκληρωτικός όρος όταν στην γερμανία δέχονται παντού χρεωστική. Βγάζω πιστωτική, παίρνω άκυρο γιατί δεν είναι ντόπια και λέω έλα να τελειώνουμε και δίνω μετρητά. Σημαντικό; ναι! Και γενικά για θέμα ευκολίας αλλά και για την συνέχεια της ιστορίας αφού αν είχα πληρώσει με κάρτα, το εισιτήριο θα ήταν ονομαστικό. Εκδόθηκε λοιπόν το μαγικό χαρτάκι που απο τα νεύρα μου (θυμάσαι για το άδειο βαγόνι) δεν έδωσα σημασία και έφυγε χωρίς να μου το δώσει. Επιστρέφει λοιπόν, μου το δίνει, ρίχνω μια απαξιωτική ματιά σαν να βλέπω απόδειξη διοδίων, βλέπω ότι λέει λειψία+σίτι και το βάζω με μια αδιάφορη κίνηση. Το +σίτι συνοδεύει εισιτήρια για διαδρομές άνω των 100χλμ και σημαίνει ότι στην πόλη που το αναφέρει μπορείς να μπεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς μέχρι το σπιτάκι σου.
Φτάνω στον επόμενο ναο της κατάθλιψης με ένα μίγμα απο ανάληψη ευθύνης (μερικής πάλι, μισές δουλειέσε) ότι αφού μπήκα με άκυρο εισιτήριο, έπρεπε να ακολουθήσω τους όρους και να αγοράσω νέο που είναι το σωστό-επιλογή μου, καθώς και νεύρα γιατί έπρεπε να γίνει αυτό σε ένα άδειο τρένο. Όσο παίζω λοιπόν με την ζυγαριά της δικής μου δικαιοσύνης, έχω αλλάξει επίπεδο, τερματίζοντας το προηγούμενο και αναλαμβάνει πχια το υποσυνείδητο την επιστροφή μου στο σπίτι, με το σενάριο της προφητείας να παραμένει ο τσακωμός για τα μηχανήματα με κάποιον ελεγκτή και επείγει ακόμα περισσότερο γιατί έχω και τα νεύρα απο το προηγούμενο τρένο. Οπότε τι πιο απλό να μην πληρώσω εισιτήριο για να τους τιμωρήσω και αν μπει ελεγκτής να μπορέσω να τσακωθώ και να πάρει το σενάριο σάρκα και οστά. Το σενάριο μπάζει νερά απο παντού. Αφενός δεν υπάρχει λόγος να αγοράσω νέο τικέτο αφού έχω το +σίτη, αφετέρου και να μην το είχα, στον συγκεκριμένο σταθμό υπάρχει μηχάνημα, οπότε αν έμπαιναν ελεγκτές, το αφήγημα μου δεν θα είχε υπόσταση. Το υποσυνείδητο που έχει αναλάβει όμως να με φέρει σπίτι κάνει τις δικές του αναλύσεις όμως, αδιαφορώντας για τα δεδομένα και συνεχίζει το σενάριο με επιλογή τραμ με λιγότερες στάσεις για να μειωθεί η πιθανότητα να μπει ελεγκτής και να κάνει σιμιουλέησο τον τσακωμό (ακόμη δεν τον είδαμε γιάννη τον εβγάλαμε). Κάπου εκεί έρχεται το τραμ, μπαίνω και κάθομαι.
Αναπαυτικά έκατσα το κουρασμένο μου κορμί και το σύμπαν πια ευθυγραμμίστηκε με το υποσυνείδητο και πάμε να εκπληρώσουμε την προφητεία για να μην μείνω παραπονεμένος! (1.μην το δοκιμάσετε μόνοι στο σπίτι 2. δεν συμβαίνει με λεφτά ή ακόμα εγώ δεν έχω καταφέρει να εφαρμόσω τον νόμο της έλξης..). Σηκώνω το βλέμμα μου και βλέπω 2 ελεγκτές που ήταν μέσα στο τραμ ήδη και την μια να έρχεται προς το μέρος μου. Λέω, προφανώς και θα γινόταν έτσι και με ταχύτατη σκέψη το υποσυνείδητο καταλαβαίνει ότι η κασέτα “μα δεν έχετε μηχάνημα, που να βγάλω εισιτήριο” είναι μασημένη και παίζει την “δεν έχω εισιτήριο” στην παράκληση “το εισιτήριο σας παρακαλώ”. Επόμενος σταθμός “την ταυτότητα σας παρακαλώ” που απαντάμε σωστά “ορίστε” δίνοντας το διαβατήριο και κερδίζοντας 60 πόντους σε ευρώ..
Κατά την διάρκεια που ετοίμαζε το πρόστιμο η κυριούλα, ήρεμος εξωτερικά, σε θερμοκρασία βρασμού εσωτερικά, γίνονται διάφορες σκέψεις, τιμωρίες, ευθύνες και ένα “έκανες την επιλογή σου, έπαιξες 10 μαύρο και ήρθε ζερό” με λίγο απο μπονάτσο (θεοσχωρέστον) “πάμε γιάλλα”. Μπορεί λοιπόν να μην τσακώθηκα για τα μηχανήματα που δεν υπάρχουν αλλά τιμώρησα αρκετά τον εαυτό μου όπως έκανα ανέκαθεν. Στο μεσοδιάστημα αυτών των σκέψεων όμως, το χάσιμο μου απτην πραγματικότητα ήταν τόσο ορατό όσο να φτάσει η ελεγκτής να με ρωτήσει ” εσείς; είστε καλά; ήταν εντάξει η μέρα σας έως τώρα;”. Αυτές τις απλές ερωτήσεις το υποσυνείδητο τις παίζει στα δάχτυλα. Λέει ένα “ναι, όλα καλά” με ύφος “τι έχεις αγάπη μου, τίποτα” και στέλνει τον άλλο αδιάβαστο, με συνοπτικές διαδικασίες. Έλαβα λοιπόν το μπιλιέτο με τους 60 πόντους τερματίζοντας την πίστα και μια ευχή για ένα καλό βράδυ. Κάπου εκεί κοιτάζω έξω, μόλις έχασα την στάση μου και ετοιμάζομαι να κατεβώ στην επόμενη, όπερ και εγένετο.
Βγαίνοντας στον καθαρό αέρα, συνεχίζω την εσωτερική ανάλυση στο τι πήγε στραβά, τι επιλογές είχα, ποια ήταν τα ενναλακτικά σενάρια και όλο αυτό το βαρύ ντατα προσέσινγκ που κάνει ο οβερθίνκερ στο αυτόματο όταν υποσυνείδητο σπήκινγκ. Κάπου παρακάτω μετά απο κανένα 10λεπτο ανάλυσης, αποφασίζει το υποσυνείδητο ότι αυτό ήταν το μάθημα για σήμερα και κάπου εκεί λέω έκανες την επιλογή και το μάθημα κόστισε 60 ευρώ, όλα καλά! Με την πλήρη αποδοχή, σαν να ξυπνάω απο τον λήθαργο, επανέρχομαι στην πραγματικότητα, αναλαμβάνω ξανά το είναι μου, σταματάω στην άκρη και λέω “είσαι βλάκας αγόρι μου; αφού είχες εισιτήριο” και το βγάζω απτην τσέπη.
Εκεί κάπου, υπο άλλες συνθήκες θα έμενα στην ταμπέλα βλάκας και όλα καλά θα συνέχιζα παρακάτω. Είναι πολύ εύκολο να βάζουμε μια ταμπέλα σε κάτι/κάποιον και να συνεχίζουμε το παραμύθι όπως βολεύει την προφητεία για να συνεχίσει η ανακύκλωση μέχρι να (αν ποτέ) βγούμε απο τον λήθαργο. Αλλά ήταν τόσο έντονο αυτό το μάθημα πια που δεν αφήνει περιθώρια παρεξήγησης.
Αν αφήσεις να σε κυριεύσουν τα συναισθήματα, τα νεύρα, η αδικία, η αυτοτιμωρία, θα αφεθείς στο υποσυνείδητο να τρέξει το σενάριο για να σου αποδείξει αυτό που θέλεις. Και θα το κάνει.
Σίγουρα το έχεις ζήσει και ξέρεις πόσο δυνατό είναι το υποσυνείδητο. Όταν οδηγούσες προς στο σπίτι και είχες πέσει βαθιά στις σκέψεις της ημέρας, τον τσακωμό με το μαράκι ή τον δημήτρη, το αφεντικό που για ακόμα μια φορά σου ζήτησε το ρηπόρτ στις 17.00 να το έχει χτες. Όσο εσύ σκεφτόσουν το υποσυνείδητο οδηγούσε και σε πήγε σπίτι.
Όσο εσύ φόρτωνες τα πράγματα στο ταξί και ήσουν στο δρόμο για το αεροδρόμιο/λιμάνι, το υποσυνείδητο κλείδωσε την πόρτα και όταν πλέον ηρέμησες και βγήκες απτον λήθαργο αναλαμβάνοντας ξανά την πραγματικότητα, αναρωτιόσουν αν κλείδωσες. κλπ κλπ.
Για την ιστορία, μίλησα με τον οργανισμό συγκοινωνιών της λειψίας, είπα τι συνέβει, μου είπαν στείλε το εισιτήριο αν και μάλλον δεν θα το δεχθούν. Και δεν το δέχθηκαν προφανώς με την αιτιολογία ότι δεν έγραφε το όνομα μου πάνω (αυτό που λέγαμε ότι αν πλήρωνα με κάρτα…). Πλήρωσα λοιπόν τα 60 ευρώ για ένα μάθημα που θα θυμάμαι για πάντα στο μέλλον, προσπαθώντας να είμαι πια εγώ στο τώρα και όχι στο υποσυνείδητο.